CHERRY - CHROMATICS
Γιορτάσαμε.
Στρώσαμε ξανά κόκκινα τραπέζια.
Τα μάτια της κουζίνας πήραν φωτιά. Ξανά. Μαζευτήκαμε με τους συγγενείς και είπαμε τα νέα μας. Φιληθήκαμε. Ανταλλάξαμε δώρα και χαμογελάσαμε. Ή τουλάχιστον προσπαθήσαμε. Γιατί έπρεπε. Έπρεπε να χαρούμε, έπρεπε να γιορτάσουμε, να πάρουμε τηλέφωνα, να ευχηθούμε και να πάμε στα σπίτια που μας κάλεσαν. Να εξομολογηθούμε και να πιούμε μπύρες στα στενά, κρυφά. Με ένα τσιγάρο και οι δύο. Κοιτώντας τα φωτιστικά πάνω από το κεφάλι μας.
Ύστερα, κατεβήκαμε στο κέντρο και τις δύο Κυριακές να χαζέψουμε τα καταστήματα και αυτά που δείχνουν οι ειδήσεις. Τους άστεγους με τις κούτες τους στα λαδωμένα στενά γύρω από την Αθηνάς. Τους επαίτες, σε κάθε μικρό στενό που σε κοιτάνε και τους κοιτάς με άλλο μάτι πλέον. Πιο αποφασισμένοι και οι δύο. Το βλέμμα αλλάζει όταν έρθουν τα δύσκολα. Γίνεται καθαρό. Στεγνό και ξεγυμνωτικό. Δεν χωράει παρεξηγήσεις. Οι παρεξηγήσεις κοστίζουν. Και δεν έχεις. Τίποτε.
Στρώσαμε ξανά κόκκινα τραπέζια.
Τα μάτια της κουζίνας πήραν φωτιά. Ξανά. Μαζευτήκαμε με τους συγγενείς και είπαμε τα νέα μας. Φιληθήκαμε. Ανταλλάξαμε δώρα και χαμογελάσαμε. Ή τουλάχιστον προσπαθήσαμε. Γιατί έπρεπε. Έπρεπε να χαρούμε, έπρεπε να γιορτάσουμε, να πάρουμε τηλέφωνα, να ευχηθούμε και να πάμε στα σπίτια που μας κάλεσαν. Να εξομολογηθούμε και να πιούμε μπύρες στα στενά, κρυφά. Με ένα τσιγάρο και οι δύο. Κοιτώντας τα φωτιστικά πάνω από το κεφάλι μας.
Ύστερα, κατεβήκαμε στο κέντρο και τις δύο Κυριακές να χαζέψουμε τα καταστήματα και αυτά που δείχνουν οι ειδήσεις. Τους άστεγους με τις κούτες τους στα λαδωμένα στενά γύρω από την Αθηνάς. Τους επαίτες, σε κάθε μικρό στενό που σε κοιτάνε και τους κοιτάς με άλλο μάτι πλέον. Πιο αποφασισμένοι και οι δύο. Το βλέμμα αλλάζει όταν έρθουν τα δύσκολα. Γίνεται καθαρό. Στεγνό και ξεγυμνωτικό. Δεν χωράει παρεξηγήσεις. Οι παρεξηγήσεις κοστίζουν. Και δεν έχεις. Τίποτε.
Αλλάξαμε χρόνο γιατί ο παλιός λέει, ήταν αλήτης,
ψυχοφθόρος και αποκαλυπτικός. Μας στέρησε τα χρήματα μας. Το 12’ ήταν κακό. Να
φύγει. Οι κακοί οι Γερμανοί, ήρθανε στο πάρτυ μας, απρόσκλητοι και άρχισαν να
μας παίρνουν τις σαμπάνιες από τα χέρια.
Λέει ότι ήπιαμε παραπάνω από ότι μπορούσαμε. Μα καλά, δεν ξέρουν ότι ο έλληνας είναι γερό ποτήρι και δεν καταλαβαίνει από τέτοια; Μας διώξανε και από το σπίτι που γινότανε το πάρτυ. Λέει δεν ήταν δικό μας, ήταν του γείτονα. Μα καλά, αφού τα κανονίσαμε εμείς με τον γείτονα! Δεν ξέρουν ότι οι έλληνες είναι ανοιχτοχέρηδες και καλόκαρδοι με όλους;
Λέει ότι ήπιαμε παραπάνω από ότι μπορούσαμε. Μα καλά, δεν ξέρουν ότι ο έλληνας είναι γερό ποτήρι και δεν καταλαβαίνει από τέτοια; Μας διώξανε και από το σπίτι που γινότανε το πάρτυ. Λέει δεν ήταν δικό μας, ήταν του γείτονα. Μα καλά, αφού τα κανονίσαμε εμείς με τον γείτονα! Δεν ξέρουν ότι οι έλληνες είναι ανοιχτοχέρηδες και καλόκαρδοι με όλους;
Και έτσι βρεθήκαμε στον δρόμο. Χωρίς σαμπάνιες και
πυροτεχνήματα. Μόνοι μας, να περιμένουμε να αλλάξει ο χρόνος να έρθει ο άλλος,
ο καλύτερος. Γιατί έτσι είμαστε. Έχουμε μάθει να πιάνουμε τις στιγμές και να
τις κάνουμε φως. Όπως εκείνη την μέρα των Χριστουγέννων αν θυμάστε. Που ο ήλιος
ήταν τεράστιος και μαζευτήκαμε το μεσημέρι, όλοι, στα τραπέζια, πάνω από τα
κρέατα και τις σαλάτες και γελάγαμε δυνατά!!!